ΜΠΑΡΑ

topp

ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΤΑΘΑΣ ελαιογραφια. τρικογλιδης.Ι

ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΤΑΘΑΣ    ελαιογραφια. τρικογλιδης.Ι

Πέμπτη 17 Ιουλίου 2014

δίκοκκο σιτάρι...Επιστρέφει και υπόσχεται κέρδη.


Δυο νέοι παραγωγοί από το Δοκίμι του Αγρινίου σε πείσμα των καιρών, αποφάσισαν πειραματικά φέτος να καλλιεργήσουν δίκοκκο σιτάρι, ή ευρύτερα γνωστό ως ζέα, που ήταν εδώ και δεκαετίες μια «ξεχασμένη» καλλιέργεια, που έχει όμως μεγάλη προϊστορία στην Ελλάδα.
 Δεν χρειάζεται λιπάσματα, προσφέρει ικανοποιητικές αποδόσεις και μπορεί να καλλιεργηθεί ακόμα και σε άγονα και φτωχά εδάφη - Προϊόντα υψηλής διατροφικής αξίας δίνει η μεταποίηση του Μία ξεχασμένη εδώ και δεκαετίες καλλιέργεια επιστρέφει δυναμικά στο προσκήνιο. Ο λόγος για το δίκοκκο σιτάρι ή ευρέως γνωστό ως ζέα, ένα σιτηρό με μεγάλη προϊστορία στον ελλαδικό χώρο, που μπορεί να αξιοποιήσει εγκαταλελειμμένες ορεινές και ημιορεινές περιοχές με ελάχιστο κόστος παραγωγής, προσφέροντας ένα ικανοποιητικό συμπλήρωμα στο οικογενειακό εισόδημα.

 Το δίκοκκο σιτάρι, σύμφωνα με τους ειδικούς, θεωρείται ιδανικό για ήπιας μορφής και αειφόρα γεωργία. Δεν χρειάζεται λιπάσματα και φυτοφάρμακα, είναι άριστη τροφή και η μεταποίησή του δίνει υψηλής διατροφικής αξίας προϊόντα. Παρέχει τη δυνατότητα διατήρησης σπόρων για την επόμενη καλλιεργητική περίοδο, προσαρμόζεται εύκολα σε άγονα εδάφη και η καλλιέργειά του είναι εφικτή ακόμη και σε πετρώδη εδάφη έως και 1.500 μ. υψόμετρο.

 Ονομάζεται επίσης και ζειά ή ζέα. Είναι ένα σιτάρι που χαρακτηρίζεται από σπόρους που έχουν προσκολλημένα τα λέπυρα του σταχυού επάνω τους. Για πολλούς αιώνες οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν αυτόν μόνο τον τύπο σιταριού. Στην Ελλάδα, το δίκοκκο σιτάρι καλλιεργείται σε πεδινές, αλλά και σε ορεινές ή ημιορεινές περιοχές και σε υψόμετρο μέχρι 1.600 μέτρα. Η καλλιέργειά του είναι σημαντική, επειδή δίνει καλές παραγωγές ακόμη και σε άγονα, ξηρικά και φτωχά εδάφη, σε αντίθεση με τα γυμνόσπερμα σιτάρια που σήμερα καλλιεργούνται, αλλά και επειδή είναι ανθεκτικό σε πολλές μυκητολογικές ασθένειες όπως είναι η σκωρίαση, ειδικά σε υγρές περιοχές. Γι' αυτόν τον λόγο μπορεί πολύ εύκολα να καλλιεργηθεί ως βιολογικό.
Σπορά - ανάπτυξη - συγκομιδή
Τα 300 ευρώ ανά στρέμμα αγγίζουν τα έσοδα από την καλλιέργειά του Με μέση στρεμματική απόδοση 250 κιλά και τιμή 1,5 ευρώ το κιλό, το δίκοκκο σιτάρι προσφέρει κέρδος της τάξης των 300 ευρώ ανά στρέμμα. Η καλλιέργεια του δίκοκκου σίτου γίνεται όπως γίνεται και στα άλλα σιτηρά. Η προετοιμασία του χωραφιού γίνεται το φθινόπωρο με ένα όργωμα, στη συνέχεια γίνεται λίπανση με κοπριά ή γίνεται η σπορά του φυτού που χρησιμοποιείται σαν χλωρή λίπανση. Η σπορά πρέπει να γίνεται στα τέλη του φθινοπώρου, επειδή το σιτάρι αυτό έχει ανάγκη από μία ορισμένη δόση χειμερινού ψύχους (σύνολο ωρών κάτω από τους +7ο C), ώστε να αρθεί ο λήθαργος και να ανοίξουν τα άνθη.

 Η σπορά του γίνεται με σπόρο δίκοκκου σιταριού, που συνήθως είναι σπόρος που έχει κρατήσει ο ίδιος ο παραγωγός από την καλλιέργεια του προηγούμενου έτους και έτσι δεν έχει εξάρτηση από τις εταιρείες παραγωγής σπόρων ή λιπασμάτων. Η σπορά γίνεται συνήθως με μία ποσότητα 12 - 15 κιλών σπόρου το στρέμμα με τη συνηθισμένη σπαρτική μηχανή σιτηρών, δηλαδή τη μηχανή που σπέρνεται το κοινό σιτάρι... Δεν απαιτεί φυτοφάρμακα Επειδή το φυτό αυτό έχει την τάση, από τη βάση του να δημιουργεί πολλούς βλαστούς (αδέλφωμα), πολύ γρήγορα γεμίζει ολόκληρη την επιφάνεια του χωραφιού, με αποτέλεσμα να εμποδίζει την ανάπτυξη ζιζανίων και να μη χρειάζεται ζιζανιοκτονία, επειδή το σιτάρι αυτό καταπνίγει τα αγριόχορτα και δεν τα αφήνει να αναπτυχθούν. Δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται αζωτούχα λιπάσματα στην καλλιέργειά του επειδή τα φυτά λόγω της μεγάλης πυκνότητας που έχουν στο χωράφι, λόγω του μεγάλου όγκου που αποκτούν από το αυξημένο αδέλφωμα, αποκτούν μεγάλο ύψος με αποτέλεσμα να πλαγιάζουν εύκολα.
 Το πλάγιασμα είναι βασικό μειονέκτημα στην καλλιέργεια των σιτηρών επειδή μειώνεται η παραγωγή. Η λίπανση πρέπει να γίνεται με καλά χωνεμένη κοπριά ζώων (αιγοπροβάτων κ.ά.). Καλή τεχνική αποτελεί επίσης η χλωρή λίπανση που πρέπει να γίνεται πριν από τη σπορά. Συνήθως σπέρνονται ψυχανθή τα οποία τα ενσωματώνουν πριν από τη σπορά του σιταριού.

 Χαρακτηριστικό επίσης σημαντικό αυτού του φυτού είναι ότι το καλάμι του είναι πιο χονδρό από το καλάμι του κοινού σίτου, με αποτέλεσμα να μη πλαγιάζει εύκολα. Η συγκομιδή γίνεται με τον ίδιο τρόπο όπως στα άλλα σιτηρά, δηλαδή με θεριζοαλωνιστικές μηχανές. Οι αποδόσεις ποικίλλουν ανάλογα με τις εδαφοκλιματικές συνθήκες, αλλά και από τις καλλιεργητικές φροντίδες.
 Το δίκοκκο σιτάρι έχει μία μέση απόδοση 250 κιλά το στρέμμα. Το μεγάλο του πρόβλημα είναι ότι παρουσιάζει δυσκολίες στον αποχωρισμό των σπόρων από τα λέπυρά τους. Ο διαχωρισμός αυτός γίνεται με ειδικά μηχανήματα. Το αλεύρι που δίνει το δίκοκκο σιτάρι έχει χρώμα πολύ λευκό επειδή είναι πλούσιο σε άμυλο. Επειδή ο σπόρος του είναι επενδεδυμένος με τα λέπυρα, μπορεί να διατηρηθεί καλύτερα στην αποθήκη σε σχέση με τα άλλα σιτάρια, επειδή τα λέπυρα αποτελούν εμπόδιο στην προσβολή των σπόρων του από διάφορους εχθρούς.
 Τα οφέλη στην υγεία
 Ευεργετικές ιδιότητες για τον οργανισμό Το δίκοκκο σιτάρι χρησιμοποιείται για τη διατροφή του ανθρώπου, αλλά χρησιμοποιείται και ως ζωοτροφή. Μειώνει τη χοληστερίνη Λόγω της μεγάλης του περιεκτικότητας σε φυτικές ίνες και σε σύνθετες ουσίες αμινοξέων, με την κατανάλωσή του από τον άνθρωπο μειώνεται η χοληστερίνη στο αίμα. Επίσης, το σιτάρι αυτό ευνοεί την καλή κυκλοφορία του αίματος. Λόγω του ότι ο δείκτης γλυκαιμίας του είναι 40, το σιτηρό αυτό ρυθμίζει τη γλυκαιμία του αίματος και γι' αυτόν τον λόγο συνιστάται στη διατροφή των διαβητικών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.